ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
  Η Ιστορία της πόλης
 


Χτισμένη από τον Κάσσανδρο πάνω σε νεολιθικά πολίσματα στις όχθες του Θερμαϊκού, πήρε το όνομα της αδελφής του Μεγαλέξανδρου των Μακεδόνων. Θεμέλιο του Ελληνιστικού κόσμου, η Πρώτη των Μακεδόνων, έδρα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, Συμβασιλεύουσα του Βυζαντίου, ξακουστό κέντρο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, κόμβος στην Εγνατία οδό, μητροπολιτικό κέντρο της Βαλκανικής, κοσμοπολίτισα των αρχών του αιώνα. Επέτρεψε την ειρηνική διείσδυση λαών και πολιτισμών, ενσωμάτωσε θρησκείες, συνήθειες και παραδόσεις στον καμβά του πολυπολιτισμικού της παρελθόντος.

Αρχαίοι ναοί, ανακτορικά συγκροτήματα, αψίδες θριάμβου, βυζαντινές εκκλησιές με περίτεχνα ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, επιβλητικές οχυρώσεις και πύργοι, οθωμανικά λουτρά και τεμένη, λαμπρά δημόσια κτίρια, νεοκλασικά αρχοντικά και γραφικές διατηρητέες γειτονιές, πιστοποιούν τη διαδοχή των πολιτισμών και συνθέτουν το σκηνικό μιάς πόλης εξέχουσας και σημαντικής.

Υπήρξε το κέντρο των μεγάλων εργατικών κινημάτων της χώρας, αλλά και το καταφύγιο ξεριζωμένων προσφύγων, που κατέληξαν σ’ αυτήν προσθέτοντας στο ανθρώπινο μωσαϊκό της, πολύχρωμες ψηφίδες.

Πόλη ποιητική και ερωτική γέννησε λογοτέχνες και ποιητές, καλλιτέχνες και μεγάλες φυσιογνωμίες της ελληνικής κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής. Την ύμνησαν και τη ζωγράφισαν, την πολιόρκησαν και την κατέκτησαν Γενοβέζοι, Βενετσιάνοι, Φράγκοι, Σαρακηνοί, Εβραίοι, Αρμένιοι και Μωαμεθανοί και όλοι άφησαν πάνω της τα δικά τους σημάδια. Παρέμεινε πάντα Ελληνική όσο και μοναδική. 
Διασχίζοντας τους κεντρικούς δρόμους συναντάς οικείες φυσιογνωμίες, ανθρώπους των γραμμάτων, της πολιτικής και της τέχνης.
Σε γραφικές γωνιές μικρά στέκια , ταβερνάκια , ουζάδικα φοιτητικά και πολυτελή εστιατόρια, ανατολίτικα σιροπιαστά και καφετέριες ευρωπαϊκές, πλανόδιοι μικροπωλητές και μεγάλα υπερκαταστήματα, παλαιοπωλεία και υπερμοντέρνα καταστήματα, λατέρνες και συναυλίες μουσικής δωματίου, ρεμπέτικες κομπανίες και αναρίθμητοι σπουδαστές ωδείων. Δεκάδες καφέ και μπαράκια είναι στέκια καλλιτεχνών. Μεγάλα βιβλιοπωλεία, όπου συχνάζουν οι ποιητές και λογοτέχνες. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το μεγαλύτερο των Βαλκανίων με 60.000 φοιτητές, αποτελεί μία ολοζώντανη , θορυβώδη, δημιουργική κοινότητα που συχνάζει στις μεγάλες δημόσιες βιβλιοθήκες, στις αίθουσες της 7ης και των άλλων τεχνών, αλλά και στα δικά της πολύβουα, νεανικά καφενεία και μαγαζιά.

Η Θεσσαλονίκη διαθέτει μεγάλα μουσεία με μοναδικά εκθέματα, που αξίζουν ταξίδι πολλών χιλιάδων χιλιομέτρων. Το Αρχαιολογικό Μουσείο, με τα ευρήματα της Βεργίνας, της Σίνδου, της Θέρμης, της Θεσσαλονίκης, της Χαλκιδικής και όλης της Μακεδονίας, Το Βυζαντινολογικό Μουσείο με μοναδικούς Θησαυρούς από όλη τη Βόρεια Ελλάδα, το Μουσείο του Λευκού Πύργου, με την εξαιρετική συλλογή βυζαντινών εικόνων, το Λαογραφικό Μουσείο, Το τεχνικό Μουσείο, το Μουσείο του Μακεδονικού Αγώνα, συγκεντρώνουν στις συλλογές τους ό,τι μπορεί να ενδιαφέρει επιστήμονες, ερευνητές και κάθε επισκέπτη της πόλης.

Στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στη Δημοτική Πινακοθήκη, στο Πολιτιστικό Κέντρο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, στο Τελόγλειο, στις αίθουσες του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, στα Φεστιβάλ Κινηματογράφου και Τραγουδιού, στις Βραδιές Ονείρου το καλοκαίρι, στα Δημήτρια κάθε φθινόπωρο, στις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης και της Δημοτικής Ορχήστρας, συμμετέχει ο κάθε επισκέπτης στη σύγχρονη πολιτιστική της ζωή.

Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1997, η Θεσσαλονίκη ορίστηκε κέντρο του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού και έδρα του Κοινοβουλίου των Αποδήμων Ελλήνων.
                                                                                                                  

Λευκός  Πύργος 
Η επιβλητική οχύρωση της Θεσσαλονίκης δεσπόζει ακόμη και σήμερα στον σύγχρονο πολεοδομικό ιστό. Τα μεγάλα τμήματα, κυρίως της βυζαντινής χερσαίας οχύρωσης της πόλης που διασώζονται, μαρτυρούν τον ιστορικό ρόλο και την ακμή της. Το θαλάσσιο τείχος αντίθετα, που αποτελούσε χαρακτηριστικό στοιχείο της εικόνας της πόλης από τη θάλασσα, κατεδαφίστηκε ολόκληρο στα τέλη του 19ου αιώνα., αλλάζοντας έτσι οριστικά την εικόνα αυτή. Ένας από τους αμυντικούς πύργους του θαλάσσιου τείχους, στην ανατολική ένωσή του με το χερσαίο, ο  « Λευκός Πύργος », έμελλε να γίνει το σύμβολο της πόλης .
Η πρώτη αναφορά των γραπτών πηγών για τον Πύργο γίνεται στα βυζαντινά χρόνια. Κατά την επικρατέστερη άποψη, το μνημείο που σώζεται σήμερα και είναι γνωστό ως Λευκός Πύργος χτίστηκε, πιθανότατα στη θέση ενός παλαιότερου βυζαντινού, αμέσως μετά την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης το 1430 από τους Οθωμανούς Τούρκους, από τους οποίους η πόλη απελευθερώθηκε το 1912.
Ο κυκλικός αυτός πύργος, αμυντικού χαρακτήρα, αποτελείται από πέντε ορόφους με πυργίσκο και επάλξεις στην κορυφή. Παλαιότερα, τον Πύργο περιέβαλλε και προστάτευε χαμηλός οκταγωνικός περίβολος, ενισχυμένος σε τρεις γωνίες του με οκταγωνικούς πυργίσκους. Μέσα στον περίβολο υπήρχαν ένα δερβίσικο ησυχαστήριο, πυριτιδαποθήκες, δεξαμενές νερού και άλλα μικρά κτίρια διαφόρων χρήσεων.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ο περίβολος και τα κτίριά του κατεδαφίστηκαν και η περιοχή του Λευκού Πύργου πήρε σταδιακά την σημερινή της μορφή.
Οι ονομασίες « Πύργος του Λέοντος » και « Φρούριο της Καλαμαριάς » κατά το 18ο αιώνα αναφέρονται ως οι παλαιότερες ενώ κατά το 19ο αιώνα ονομάζεται « Πύργος των Γενιτσάρων » και « Πύργος του Αίματος ». Έτσι  ονομάστηκε επειδή εκεί βρίσκονταν η φυλακή βαρυποινιτών  και συχνά οι Γενίτσαροι θανάτωναν τους κατάδικους στις επάλξεις. Το 1890 ένας εβραίος φυλακισμένος στον πύργο, για να επανακτήσει την ελευθερία του, τον άσπρισε με ασβέστη. Από τότε αναφέρεται ως Λευκός Πύργος ενώ αργότερα σταματά και η χρήση του ως φυλακή.
Σήμερα η περιοχή γύρω από τον Λευκό Πύργο έχει εξελιχθεί σε επίκεντρο καλλιτεχνικής αλλά και πολιτικής ζωής της Θεσσαλονίκης.


H Τούμπα Θεσσαλονίκης
 Ο αρχαιολογικός χώρος της Τούμπας Θεσσαλονίκης, γνωστός από το 1895, εκτείνεται σε  ένα υψίπεδο στα ανατολικά της πόλης. Περιλαμβάνει τον κωνικό λοφίσκο με επάλληλες  οικοδομικές φάσεις της Εποχής Χαλκού (αρχές 2ης χιλιετίας - 1100 π.Χ.), της Εποχής  Σιδήρου (1100 - 800 π.Χ.) και ιστορικών χρόνων (800 π.Χ. και μετά), την τραπεζόσχημη   έκταση γύρω από το λοφίσκο με υπολείμματα του οικισμού από την Πρώιμη Εποχή  Σιδήρου, τα αρχαϊκά (800 - 480 π.Χ.), τα κλασικά (480 - 323 π.Χ.) και τα πρώιμα ελληνιστικά (323 - 300 π.Χ.) χρόνια, διάσπαρτες μεμονωμένες εγκαταστάσεις σε ακτίνα  πεντακοσίων μέτρων από τον οικισμό και το εκτεταμένο νεκροταφείο του.
Το πόλισμα, με επιφάνεια σχεδόν 95 στρέμματα, που αναπτύχθηκε στην Τούμπα Θεσσαλονίκης, στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου, κυρίως από τον 6ο ως τα τέλη του 4ου   αιώνα π.Χ., χαρακτηρίζεται, όπως αποδεικνύουν οι πρόσφατες ανασκαφές, από στοιχεία της τοπικής παράδοσης και επιρροές των κέντρων του Αιγαίου και των κύριων ελληνικών πόλεων των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, ιδιαίτερα της Αθήνας. Το πόλισμα στην Τούμπα ταυτίζεται πιθανότατα με την αρχαία Θέρμη ή τμήμα της.
Μαζί με άλλα εικοσιπέντε το πόλισμα αυτό συνέβαλε στο συνοικισμό που προώθησε ο Κάσσανδρος για να ιδρύσει τη Θεσσαλονίκη, περίπου στο 315 π.Χ. (Στράβων VII 21 και 24).
Οι ανασκαφές στον αρχαίο οικισμό και το νεκροταφείο του στην Τούμπα Θεσσαλονίκης συνεχίζονται και οι πληροφορίες που έρχονται στο φως σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της έρευνας σε άλλες γειτονικές θέσεις, στο Καραμπουρνάκι, στη σημερινή Θέρμη (Σέδες), στην Πολίχνη (Λεμπέτ), στην Αγχίαλο (Σίνδος), θα φωτίσουν μια άγνωστη σε μεγάλο βαθμό περίοδο των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων στην Κεντρική Μακεδονία και τον Θερμαϊκό κόλπο.

 

 
  Today, there have been 423091 visitors (1607773 hits) on this page! Iordanidis Ioannis  
 
This website was created for free with Own-Free-Website.com. Would you also like to have your own website?
Sign up for free